Διαμαντικά
Στις δημώδεις ελληνικές εκφράσεις με τη λέξη διαμαντικά κατ' έννοια χαρακτηρίζεται ένα σύνολο κοσμημάτων με πολύτιμους ή ημιπολύτιμους λίθους που μπορεί ν' ανήκει σε κάποιο πρόσωπο, ή να αποτελούν αφιερώματα σε εικόνες, ή να στολίζουν κάποιο αντικείμενο. Συνηθέστερες εκφράσεις, άλλοτε με θαυμασμό και άλλοτε με υπαινιγμό, είναι π.χ. "τη γέμισε διαμαντικά", ή "έδωσε τα διαμαντικά της ενέχυρο", ή "έχει ένα σωρό διαμαντικά !"
Παρόμοιες τέτοιες εκφράσεις είναι και οι αναφερόμενες "χρυσαφικά", ή "ασημικά" που αναφέρονται αντίστοιχα σε χρυσά κοσμήματα, ή ασημένια κοσμήματα καθώς και σε ασημένια σκεύη. Χαρακτηριστικό είναι το παρακάτω δημώδες τετράστιχο:
- "Αχ νάτανε να πέρναγα σ΄ ένα χρυσό σιρίτι
- την πούλια, τον αυγερινό και τον αποσπερίτη
- να στα κρεμούσα στο λαιμό, γιατί να στον στολίσει
- διαμαντικό δεν βρίσκεται σ΄ Ανατολή και Δύση."
This article "Διαμαντικά" is from Wikipedia. The list of its authors can be seen in its historical and/or the page Edithistory:Διαμαντικά. Articles copied from Draft Namespace on Wikipedia could be seen on the Draft Namespace of Wikipedia and not main one.